- ανθούλι
- κ. αθούλι, το1. το λουλουδάκι2. το άνθος της κολοκυθιάς πριν ανοίξει τα πέταλά του3. εξάνθημα, κυρίως των μικρών παιδιών4. πληθ. λευκά στίγματα στην επιφάνεια του κρασιού μόλις αρχίζει να μετατρέπεται σε ξίδι5. πληθ. μικρά μόρια ρετσινιού που επιπλέουν στην επιφάνεια του κρασιού.
Dictionary of Greek. 2013.